Tuesday 5 May 2020

Δημοσθένης Βουτυράς,"Παραρλάμα" και οπτικός γραμματισμός για τους ανθρώπους του μόχθου


Δημοσθένης Βουτυράς   


                                                                             






                                            
Παραρλάμα*             (διήγημα)                             Δημοσθένης Βουτυράς                       
                                                                                                            (1871-1958)

[Κάποτε του Φάρμα του ερχόντανε και αναμνήσεις. Και θυμόταν ότι είχε πατέρα, που φορούσε φέσι και κόκκινο ζωνάρι, και μάνα της οποίας είχε ξεχάσει και αυτής τη μορφή, που φορούσε τσεμπέρι. Άλλο τίποτα! Όλα τα άλλα τα είχε φάει το γύρισμα της ρόδας και έπειτα το κρασί, που έπινε για ξεκούρασμα. Αλλά, τι ήθελε να θυμάται;
Τη γυναίκα την είχε λησμονήσει και κανείς Δαίμονας δεν καταδεχόταν να του τη φέρει στο νου για να τον πειράξει*. Όταν κάποτε έβλεπε καμιά να έρχεται μέσα στο κατάστημα, την κοίταζε χάσκοντας, σαν παράξενο πράγμα, που πρώτη φορά το έβλεπε.
Οι τεχνίτες τον περίπαιζαν. Αυτός δεν απαντούσε ποτέ. Σχεδόν είχε χάσει τη λαλιά του. Μόνο αισθανόταν μίσος, το μόνο ανθρώπινο που του έμενε. Δε γελούσε ποτέ, είχε απομάθει να γελά και κανείς ποτέ δεν τον είδε έστω και να χαμογελά.
Το μόνο, μέσα στο σβησμένο και έρημο από άλλα αισθήματα σώμα του, που έμενε, ήταν το μίσος, όπως μένει σε ερειπωμένο σπίτι ή πύργο, φίδι.
Όταν εσχόλαζε έπινε όσο που μεθούσε, και έτσι παραμιλώντας, χωρίς να εννοεί κανείς τι έλεγε, σα να μιλούσε τη γλώσσα της ρόδας, επήγαινε να κοιμηθεί.]1
[Είχε και παρέα στο κρασοπουλειό που πήγαινε, αλλ' ήταν σ' αυτή σα βουβό της πρόσωπο. Φαινότανε μόνο να προσέχει σε ό,τι λέγανε. Δύσκολα όμως να του μείνει τίποτα στο νου απ' ό,τι άκουγε, όλα περνούσανε δίχως ν' αφήσουν ίχνος. Μια βραδιά άκουσε κάποιον πολύξερο της παρέας να διηγείται κάτι της Γραφής. Έλεγε για το χέρι κείνο, που είχε γράψει στο συμπόσιο του Βαλτάσαρ* τις λέξεις: Μενέ, Μενέ θεκέλ, ου φαρσίν*. Και ότι οι λέξεις είχαν φέρει τον τρόμο στο Βασιλέα και σε όλους τους άλλους του συμποσίου και κανείς δε βρισκότανε να τις εξηγήσει τι εννοούσαν.
Αυτά τα άκουσε με προσοχή μεγάλη ανοίγοντας και τα μάτια του τρομαχτικά. Ήταν το μόνο, που μπόρεσε να χαραχθεί στο νου του μαζί με τους κρότους της ρόδας.]2
[Την άλλη βραδιά, άμα εσχόλασε, αντί να πάει στο κρασοπουλειό, διευθύνθηκε στο δωμάτιό του. Είχε συγκάτοικο έναν πατριώτη του, ο οποίος πήγαινε πολύ ενωρίς και κοιμότανε. Την πόρτα ποτέ δεν την έκλειναν και μπήκε ο Φάρμας μέσα χωρίς να μεταχειρισθεί κλειδί ή να χτυπήσει. Ο συγκάτοικος ήταν εκεί και κοιμότανε.
Ένα λυχναράκι έκαιε πάνω στο τραπέζι και φώτιζε ένα ξερό κομμάτι ψωμί και τρεις ελιές σάπιες, βαλμένες αντί σε πιάτο σ' ένα χαρτί κίτρινο. Μια μύγα, άγνωστο γιατί, ξενυχτούσε, καθότανε πάνω στο ξεροκόμματο του ψωμιού, συλλογισμένη.
Ο Φάρμας έμεινε αρκετή ώρα συλλογισμένος και αυτός, έπειτα έφυγε γρήγορα και πήρε το δρόμο του καταστήματος που δούλευε, κοιτάζοντας κάποτε, καθώς πήγαινε, την ημισέληνο, που του φαινότανε σα χρυσό λαμπερό ψάρι φτερωτό.
Το κατάστημα είχε και αυλή πίσω και απ' εκεί πήγε. Ανέβηκε σε μια ελιά, μια ψωριασμένη ελιά, που ήταν απ' έξω, και απ' εκεί ο άνθρωπος της ρόδας και του κρασιού, ελαφρός πήδησε στην αυλή. Φύλακας δεν έμενε στο κατάστημα άλλος από ένα σκυλί, αλλ' αυτό πήγε κοντά του, μετά από ένα μικρό γάβγισμα, και του έγλειψε τα χέρια.
Μπήκε μέσα από ένα φεγγίτη πόρτας, όπου στήριξε μια μισοσπασμένη σκάλα.
Στάθηκε στην κάτω αίθουσα, όπου ήτανε μεγάλα εργαλεία και τα γραφεία του καταστηματάρχη. Εκεί άναψε ένα σπίρτο και αφού κοίταξε σαν να ζητούσε κάτι στον τοίχο, ανέβηκε σ' ένα εργαλείο και άρχισε να γράφει ψηλά στον τοίχο με κάρβουνο μία λέξη:
— Παραρλάμα.
Ήταν φανταστική η λέξη· του την είχε βγάλει το κρανίο του, αλλά του φαινότανε να λέει κάτι κακό.
Έφυγε όπως είχε πάει.
Το πρωί, όταν πήγε στην εργασία, επρόσεχε να δει τι θα γίνει για τη λέξη. Και δεν πέρασε πολύ και άκουσε τη φωνή του καταστηματάρχη να φωνάζει:
— Τι είναι αυτό εκεί! Ποιος το 'γραψε αυτό;
Η φωνή του καταστηματάρχη ήταν σα φοβισμένη.Όλοι άφησαν τις δουλειές τους και τρέξανε να δουν.
— Παραρλάμα!
Η λέξη, που έβγαλε το κρανίο του, βρισκότανε στα χείλη όλων.
Μα ποιος την έγραψε;
Επρόβαλε και αυτός το πρόσωπό του από πάνω από τη σκάλα και κοίταξε.
Κανείς δεν ημπορούσε να υποπτευθεί αυτόν, και ούτε ακόμα παρατήρησαν ότι δεν έτρεξε και αυτός να δει.
Ο αρχιτεχνίτης αυτόν έβαλε να τη σβήσει. Και την έσβησε λέγοντας σιγά σιγά τη λέξη.
Τη νύχτα έκανε πάλι το ίδιο. Αλλά τη λέξη δεν την έγραψε τώρα με κάρβουνο, αλλά με χρώμα κόκκινο.
— Παραρλάμα.
Το πρωί άλλος θόρυβος. Ο καταστηματάρχης κιτρίνισε πολύ. Ζητούσε τον άνθρωπο, αλλ' έξαφνα φοβήθηκε μη δεν ήταν άνθρωπος. Και όμως είπε δυνατά:
— Πρέπει να βρεθεί!
Η ιδέα πάλι μην κάποιος ήθελε να παίξει, να τον γελωτοποιήσει, τον έκανε έξω φρενών και φώναζε ότι θα τους διώξει όλους.
Ο Φάρμας άκουσε τους τεχνίτες να λένε μεταξύ τους, μη φροντίζοντας γι' αυτόν όπως και για το σκύλο, το φύλακα, ότι φάντασμα θα βγαίνει στο κατάστημα και αυτό θα το έγραφε! Και οι τεχνίτες έμειναν πεισμένοι ότι φάντασμα, δίχως άλλο, βγαίνει τη νύχτα και γράφει αυτή την παράξενη λέξη, που κάτι θα σήμαινε στη δική του γλώσσα!
Τη νύχτα ο κύριος του καταστήματος έβαλε φύλακες. Το πρωί δεν υπήρχε η λέξη. Αλλά σε λίγο, καθώς ο καταστηματάρχης έμπαινε, η λέξη ήτανε πάλι στον τοίχο γραμμένη με τα κόκκινα γράμματά της.
Ο Φάρμας είχε βρει ευκαιρία και την είχε γράψει.
Όλοι στο πόδι. Ο καταστηματάρχης ταραγμένος, κίτρινος, ο αρχιτεχνίτης, οι τεχνίτες, όλοι στεκόντανε μαρμαρωμένοι εμπρός στα κόκκινα γράμματα, που κάτι θα σήμαιναν κακό μεγάλο.
— Παραρλάμα!
Οι τεχνίτες άρχισαν να ορκίζονται τους μεγαλύτερούς τους όρκους, πολλοί έκλαιγαν, ότι δε γνωρίζουν τίποτα, δεν ξέρουν ποιος τα γράφει, αλλά κάποιος, κάποιο...
Ήθελαν να πουν φάντασμα, αλλά δεν τολμούσαν...
Ο Φάρμας φάνηκε από ψηλά να κοιτάζει, έπειτα τραβήχτηκε γρήγορα και πήγε κοντά στη ρόδα, κι εκεί, κρατώντας το χερούλι της γέλασε, ύστερα από τόσα χρόνια, ένα σιωπηλό γέλιο!...]3

 Παραρλάμα: λέξη που πλάθει ο συγγραφέας και δε σημαίνει τίποτε, όπως φαίνεται στο κείμενο.
πειράζω: βάζω σε πειρασμό.
Βαλτάσαρ: βασιλιάς της Βαβυλώνας, γιος του Ναβουχοδονόσορα. Εκθρονίστηκε από τον Κύρο. Η Βίβλος (Δανιήλ Ε') διηγείται ότι ένα βράδυ ο Βαλτάσαρ είχε πλούσιο συμπόσιο και διέταξε να φέρουν τα ιερά σκεύη που ο Ναβουχοδονόσορας είχε αρπάξει από την Ιερουσαλήμ. Ο ιερόσυλος είδε τότε να παρουσιάζεται ένα χέρι που χάραζε στον τοίχο μυστηριώδεις χαρακτήρες. Κάλεσαν τον προφήτη Δανιήλ που διάβασε τις λέξεις μανή, θεκέλ, φάρες και τις ερμήνευσε ως εξής: «εμέτρησε ο θεός τη βασιλεία σου και όρισε το τέλος της· την έβαλε στο ζυγό και βρέθηκε ότι υστερεί· διαιρέθηκε η βασιλεία σου και δόθηκε στους Μήδους και στους Πέρσες». Την ίδια νύχτα ο Κύρος έμπαινε στη Βαβυλώνα.
φαρσίν: πρόκειται για άλλη εκδοχή των μυστηριώδων λέξεων που αναφέραμε πιο πάνω.                                                                          
                             http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSB106/544/3561,14842/
Το κλίμα της πεζογραφίας του Βουτυρά  

Στις αρχές του ’20 παρατηρείται κάποια, ευεξήγητη λόγω της γενικής κατάστασης, στασιμότητα στην πεζογραφία από την άποψη ότι δεν εμφανίζονται, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, νέοι πεζογράφοι. Δεσπόζει ο Δημοσθένης Βουτυράς (1871-1958), ο οποίος γράφει σύντομα διηγήματα με τοπικό πλαίσιο το περιθώριο της αστικής ζωής (φτωχογειτονιές, απόμακρες συνοικίες και ερημιές) και με απομονωμένους λαϊκούς ανθρώπους, που συνθλίβονται από τις δυσκολίες και που έχουν την αίσθηση της αποτυχίας.
Γιώργος Παγανός, Η νεοελληνική πεζογραφία, Θεωρία και πράξη, α΄ τόμος, εκδ. Κώδικας, 1999, σελ.119-120.
Το διήγημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1920 και περιλαμβάνεται στην έκδοση των Απάντων (1999) του συγγραφέα. Ο βασικός ήρωας, αλλά και το κεντρικό γεγονός, —«ανοίκεια», σε πρώτο επίπεδο, για τον μαθητή-αναγνώστη— μπορούν ενδεχομένως στα επιμέρους γνωρίσματά τους (απομόνωση και (αυτο)αποκλεισμός, μίσος και τάση για εκδίκηση) να συνδεθούν με ανάλογες/αντίστοιχες εμπειρίες που έχει από τη ζωή ή τα λογοτεχνικά του διαβάσματα.Η συνάντηση του αναγνώστη με έναν ήρωα όπως ο Φάρμας του Δ. Βουτυρά, είναι αναμενόμενο να τον οδηγήσει στη συνειδητοποίηση και πιθανόν στην ανασυγκρότηση της στάσης του όσον αφορά τα περιθωριακά άτομα και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η αναγνωστική αυτή εμπειρία συνοδεύεται από την παράλληλη αναγνώριση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της γραφής του Βουτυρά:
·        η ελλειπτικότητα και το μυστήριο
·         η αμφισημία και η έκπληξη
·         η σύζευξη του ρεαλιστικού με το υπερ-ρεαλιστικό
                                                  http://selidodeiktes.greek-language.gr/lemmas/1022/972



Σύντομος σχολιασμός κύριων σημείων

Τα πρόσωπα
 
Στο πρώτο μέρος του διηγήματος ο συγγραφέας δίνει το πορτρέτο του πρωταγωνιστή: του Φάρμα, ενός εργάτη που μόνο αισθανόταν μίσος, το μόνο ανθρώπινο που του έμενε. Πρόκειται για έναν άνθρωπο χωρίς οικογένεια («Και θυμόταν ότι είχε πατέρα, που φορούσε φέσι και κόκκινο ζωνάρι, και μάνα της οποίας είχε ξεχάσει και αυτής τη μορφή…»), χωρίς προσωπική ζωή («Τη γυναίκα την είχε λησμονήσει και κανείς Δαίμονας δεν καταδεχόταν να του τη φέρει στο νου…»), δέσμιου της δουλειάς και του κρασιού («Άλλο τίποτα! Όλα τα άλλα τα είχε φάει το γύρισμα της ρόδας και έπειτα το κρασί, που έπινε για ξεκούρασμα.»). Κανένα άλλο πρόσωπο δεν κατονομάζεται, αφού ο μόνος χαρακτήρας που πρέπει να φωτιστεί είναι ο Φάρμας.[Εντούτοις πρέπει να αναφερθούν ο συγκάτοικος, οι τεχνίτες και ο καταστηματάρχης, εφόσον αναφέρονται στο κείμενο. Διερευνήστε τη λειτουργία τους μέσα σ’ αυτό.]

Ενότητες και περιεχόμενο 
Το διήγημα μπορεί να χωριστεί σε τρεις ενότητες:
(α) ο Φάρμας [από την αρχή έως σα να μιλούσε τη γλώσσα της ρόδας, επήγαινε να κοιμηθεί. (§5)]
(β) το επεισόδιο της ταβέρνας [Είχε και παρέα στο κρασοπουλειό που πήγαινε, ως Ήταν το μόνο, που μπόρεσε να χαραχθεί στο νου του μαζί με τους κρότους της ρόδας. (§8)].
(γ) το κόλπο του Φάρμα και οι αντιδράσεις.

Αφηγηματική τεχνική 
1. Τύπος του αφηγητή: είναι μη δραματοποιημένος (ετεροδιηγητικός), αφού αφηγείται μια ιστορία στην οποία δε συμμετέχει.
2. Εστίαση: μηδενική· ο αφηγητής είναι παντογνώστης, αφού αφηγείται όχι μόνο πράξεις αλλά και βαθύτερες σκέψεις και συναισθήματα των προσώπων σαν να διαβάζει το μυαλό και την ψυχή τους.
  • Το πρωί άλλος θόρυβος. Ο καταστηματάρχης κιτρίνισε πολύ. Ζητούσε τον άνθρωπο, αλλ' έξαφνα φοβήθηκε μη δεν ήταν άνθρωπος. 
  • Η ιδέα πάλι μην κάποιος ήθελε να παίξει, να τον γελωτοποιήσει, τον έκανε έξω φρενών. 
  • Ήθελαν να πουν φάντασμα, αλλά δεν τολμούσαν... 
3. Βασικοί αφηγηματικοί τρόποι:
(α) μίμηση: μεικτός τρόπος· στο διήγημα έχουμε συνδυασμό αφήγησης, που κυριαρχεί, και διαλόγου, που δηλώνεται με τις παρεμβολές άλλων προσώπων σε ευθύ λόγο. Παράδειγμα:
 
     Το πρωί, όταν πήγε στην εργασία, επρόσεχε να δει τι θα γίνει για τη λέξη. Και δεν πέρασε πολύ και άκουσε τη φωνή του καταστηματάρχη να φωνάζει:
      — Τι είναι αυτό εκεί! Ποιος το 'γραψε αυτό;
      Η φωνή του καταστηματάρχη ήταν σα φοβισμένη.
     Όλοι άφησαν τις δουλειές τους και τρέξανε να δουν.
      — Παραρλάμα!
     Η λέξη, που έβγαλε το κρανίο του, βρισκότανε στα χείλη όλων. […]
     Το πρωί άλλος θόρυβος. Ο καταστηματάρχης κιτρίνισε πολύ. Ζητούσε τον άνθρωπο, αλλ’ έξαφνα φοβήθηκε μη δεν ήταν άνθρωπος. Και όμως είπε δυνατά:
     — Πρέπει να βρεθεί!
     Η ιδέα πάλι μην κάποιος ήθελε να παίξει, να τον γελωτοποιήσει, τον έκανε έξω φρενών και φώναζε ότι θα τους διώξει όλους. 

(β) περιγραφή: της επιφάνειας του τραπεζιού στο σπίτι του Φάρμα. Ένα χαρακτηριστικό σημείο που δείχνει τις συνθήκες εγκατάλειψης και αθλιότητας (το ξεροκόμματο, οι σάπιες ελιές πάνω στο χαρτί -όχι σε πιάτο- η ανενόχλητη μύγα).
 

                                       https://mentekidis.blogspot.com/2018/10/3.html

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ (βιβλίο Β΄Λυκείου) (απλώς προς προβληματισμό)
1.      Ο ήρωας του διηγήματος χαρακτηρίζεται από τον συγγραφέα ως άνθρωπος κενός από αισθήματα. Να επισημάνετε τα δείγματα της συμπεριφοράς του που φανερώνουν αυτήν την ψυχολογική του κατάσταση.
2.      Ποιες ήταν οι αιτίες που οδήγησαν τον ήρωα στην ψυχική ερήμωση;
3.      Όταν ο Φάρμας μπαίνει ένα βράδυ στο δωμάτιο του, βρίσκει πάνω στο τραπέζι του μια μύγα. Τι θέλει να δηλώσει ο συγγραφέας μ' αυτή την εικόνα;
4.      Ποιες νομίζετε ότι ήταν οι αιτίες που προκάλεσαν την ενέργεια του Φάρμα και ποιος ήταν ο σκοπός της;
5.      Νομίζετε ότι το διήγημα συγκεντρώνει πιο πολύ τα χαρακτηριστικά του ρεαλισμού ή του νατουραλισμού;


Ερμηνευτικό Σχόλιο

Ποιο είναι το βασικό θέμα που θέτει το διήγημα και ποια είναι η δική σας θέση πάνω σ’αυτό;                                                                           (180-200 λέξεις)

(Μην ξεχάσετε να αναφερθείτε σε 3 περίπου κειμενικούς δείκτες που χρησιμοποιεί ο διηγηματογράφος, για να πετύχει το στόχο του.)

................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................













Εργασία οπτικού γραμματισμού



Βίνσεντ βαν Γκογκ, Οι Πατατοφάγοι (ελαιογραφία, 1885)

Ο Βαν Γκογκ για το έργο αυτό είπε ότι ήθελε να απεικονίσει τους αγρότες όπως πραγματικά ήταν. «Βλέπεις, πραγματικά ήθελα να κάνω (τον πίνακα), έτσι ώστε οι άνθρωποι να καταλάβουν ότι αυτοί οι άνθρωποι, που τρώνε τις πατάτες τους υπό το φως της μικρής λάμπας τους, έχουν καλλιεργήσει μόνοι τους τη γη τους, με αυτά τα χέρια που βάζουν στο πιάτο και μαρτυρούν την χειρωνακτική εργασία τους και - ότι έχουν έτσι κερδίσει ειλικρινά το φαγητό τους. Ήθελα να δώσω την ιδέα ενός εντελώς διαφορετικού τρόπου ζωής από τη δική μας - των «πολιτισμένων»- ανθρώπων. Γι 'αυτό ειλικρινά δεν θέλω μόνο να τον θαυμάσει ο καθένας ή να το εγκρίνει χωρίς να έχει γνώση.»                                          

Γράφοντας στην αδελφή του Bιλελμίνα δύο χρόνια αργότερα στο Παρίσι, o Βαν Γκογκ εξακολουθεί να θεωρεί το έργο του Οι Πατατοφάγοι το πιο επιτυχημένο: «Αυτό που σκέφτομαι για το δικό μου έργο, είναι ότι ο πίνακας με τους χωρικούς που τρώνε πατάτες, που ζωγράφισα στη Νουένεν, είναι εν τέλει το καλύτερο πράγμα που έκανα »
Ερώτηση για προβληματισμό:
Η εξωτερική ομορφιά των ανθρώπων εξαρτάται από την οικονομική τους κατάσταση;                                                                                               el.wikipedia.org/wiki/Οι_Πατατοφάγοι

Αλέξανδρος Κορογιαννάκης, «Εργάτες» (1935) [πηγή: Συλλογή Γ.Ι. Κατσίγρα]
Ο Αλέξανδρος ή Αλέκος Κορογιαννάκης (Μέγαρα, 1906 - Αθήνα, 1966) ήταν Έλληνας χαράκτης και ζωγράφος.




Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Μετά την αποφοίτησή του ασχολήθηκε συστηματικά με την χαρακτική. Από το 1928 έως το 1939 εργάσθηκε ως σκιτσογράφος σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Το 1939 προσελήφθη από την Τράπεζα της Ελλάδος για τη χάραξη ελληνικών τραπεζογραμματίων. Τα θέματά του ήταν κυρίως νατουραλιστικές απεικονίσεις του καθημερινού μόχθου, τοπιογραφίες και αναπαραστάσεις αρχαίων θρησκευτικών θεμάτων.








Α. Κορογιαννάκης, Θερισμός (1955). Ξυλογραφία. Αρκαδικό Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας. Το συγκεκριμένο έργο βραβεύθηκε με χάλκινο μετάλλιο στο Παρίσι το 1963.
Η εικόνα προέρχεται από τον ιστοχώρο του Αρκαδικού Μουσείου Τέχνης και Ιστορίας. Εδώ παρουσιάζεται ως ενδεικτικό έργο του καλλιτέχνη.                                                                                         
                                              el.wikipedia.org/wiki/Αλέξανδρος_Κορογιαννάκης




α) Αφού παρατηρήσετε τα παραπάνω εικαστικά έργα (δύο πίνακες ζωγραφικής και μία ξυλογραφία) να εντοπίσετε ποιο είναι το κοινό στοιχείο στο θέμα τους.

................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................
β) Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι που απεικονίζονται στα έργα στο παρελθόν είχαν  τρόπο να ακουστεί η φωνή τους; (θυμηθείτε το διήγημα του Δ.Βουτυρά που είδαμε).

..................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................


γ) Στον σύγχρονο κόσμο μας οι άνθρωποι αυτοί έχουν περισσότερες ευκαιρίες να «ακουστούν» από την κοινωνία; Τι έχει αλλάξει (λάβετε υπόψη σας το πολίτευμα, τις εργασιακές συνθήκες, τον τρόπο ζωής των ανθρώπων γενικότερα).
........................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................................



                                                                       
                                                                                             Επιλογή κειμένων-επιμέλεια ερωτήσεων
                                                                            Καραμπάση Μαρία
                                                                                      Φιλόλογος
                                                                                      3ο ΓΕΛ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ